Quantcast

Σόρι Brooklyn Nine-Nine, δε μπορείς να έχεις και την πίτα ολόκληρη και τον μπάτσο χορτάτο

Η απόλυτη happy-place-σειρά της αμερικάνικης τηλεόρασης τελείωσε και μας άφησε ένα κενό, αλλά και μερικά ερωτήματα

Γιατρέ, δεν γελάω πια. Δυσκολεύομαι. Όχι γενικά, εννοώ με την τηλεόραση. Οκ, ας το επαναδιατυπώσω. Βλέπω μπόλικες τηλεοπτικές κωμωδίες, αλλά γελάω με ελάχιστες από αυτές. Αυτό δε σημαίνει ότι δε μου αρέσουν. Μπορεί να περνάω πάρα πολύ καλά, να διασκεδάζω φουλ, να εθίζομαι – απλά δεν γελάω. Μου φαίνονται έξυπνες, κάποια πράγματα μπορεί να τα θεωρήσω αστεία στο επίπεδο των αφηρημένων ιδεών, ίσως κάνω κι ένα ξεφύσημα από τη μύτη 2-3 φορές ανά επεισόδιο. Αλλά, ξέρω ‘γω, θέλω να γελάσω και λίγο. Γι’ αυτό δεν υποτίθεται ότι βλέπουμε κωμωδίες; Είναι άραγε κάτι κωμωδία αν δεν σε κάνει να γελάς; Μήπως φταίω εγώ; Σε τελική ανάλυση, το χιούμορ είναι κάτι υποκειμενικό, έτσι δεν είναι; Ερώτημα.

Αν δούμε το θέμα από την πλευρά της διασάφησης των εννοιών, τότε ναι, μπορεί πράγματι μια σειρά να επιστρατεύει την γλώσσα, την δομή ή τις σταθερές της τηλεοπτικής κωμωδίας χωρίς απαραίτητα να προκαλεί το γέλιο. Προσοχή: όχι χωρίς να κάνει το χ ή το ψ υποσύνολο του κοινού να γελάσει, κάτι εντελώς αστάθμητο άλλωστε, αλλά χωρίς να έχει γραφτεί, δομηθεί, στηθεί και παρουσιαστεί έτσι ώστε να στοχεύει πρωτίστως στο γέλιο. Με αφορμή μια ανασκόπηση των καλύτερων κινηματογραφικών κωμωδιών του 21ου αιώνα, γράφαμε πρόσφατα πως εντοπίζουμε μια αντίφαση ανάμεσα στην διάχυση του κωμικού ύφους σε όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του σύγχρονου σινεμά την ώρα που η κωμωδία ως διακριτό κινηματογραφικό genre βρίσκεται σε κρίση – ή έστω σε διαπραγμάτευση. Αν επιχειρούσαμε να βρούμε μια αντίστοιχη τάση στο τηλεοπτικό πεδίο, τότε θα λέγαμε πως η τηλεοπτική μορφή αμερικάνικο-sitcom απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τον κυνισμό, την ειρωνεία και την αυτοαναφορικότητα με την οποία ταυτίστηκε τις τελευταίες δεκαετίες και έχει μπει σε μια τροχιά που χαρακτηρίζεται από την ειλικρίνεια, την αμεσότητα, την γλυκύτητα και την αισιοδοξία. Σαν συνέπεια αυτού, δημιουργείται στον θεατή η εντύπωση πως πολλά σύγχρονα sitcoms στοχεύουν κυρίως στο να αποτελέσουν τηλεοπτικά happy places, καθησυχαστικά feelgood καταφύγια, μικρές οάσεις wholesomeness, ζεστές woke σουπίτσες για την ψυχούλα, παρεάκια καλύτερα από το δικό σου.

Όπως έχουμε γράψει ξανά, ο βασιλιάς του τηλεοπτικού happy place είναι ο Michael Schur, κι οι σειρές που έχει δημιουργήσει ή παράξει είναι το καλύτερο παράδειγμα αυτής της τάσης. Από το αμερικάνικο The Office και το Parks and Recreation μέχρι το The Good Place και το Brooklyn Nine-Nine (με το οποίο θα ασχοληθούμε εδώ, μιας και πρόσφατα έριξε τίτλους τέλους), οι σειρές του Schur χαρακτηρίζονται από αυτό που είχαμε περιγράψει ως micro-escapism, δηλαδή ένα κωμικό ύφος που παίρνει τους κοινωνικούς θεσμούς που αποτελούν πηγές της ανθρώπινης δυστυχίας, αδικίας ή αλλοτρίωσης και τις αναπαριστά ως εναλλακτικούς αυτόνομους κόσμους με δικούς τους κανόνες που λειτουργούν ανακουφιστικά και καταπραϋντικά για τον θεατή. Προφανώς, πολλές από αυτές τις σειρές είναι ταυτόχρονα και αστείες γιατί, είπαμε, ο Schur είναι ο καλύτερος αυτής της φάσης. Ένα ιδανικό παράδειγμα για την πρωτοκαθεδρία του wholesomeness έναντι του γέλιου, όμως, είναι η τελευταία του σειρά, το Rutherford Falls, το οποίο βγήκε μέσα στο 2021 και πέρασε απαρατήρητο ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο: ήταν πολύ wholesome και woke, με τρόπο ευχάριστο κι ικανοποιητικό, αλλά καθόλου αστείο. Τα τελευταία χρόνια, σεζόν με τη σεζόν, νιώθω όλο και περισσότερο έτσι και για το Brooklyn Nine-Nine. Με κάνει να νιώθω όμορφα, με βοηθάει να ξεχαστώ και να ξεφύγω, είναι η παρέα που θέλω να με βάζει για ύπνο όταν είμαι μόνος στο σπίτι, αλλά, παρά τις στιγμές κωμικού χρυσού που μας έχει χαρίσει στο παρελθόν, δε με κάνει πια να γελάω. Κι αυτό δεν είναι κακό. Αλλά έχει ενδιαφέρον.

Ιστορικά μιλώντας, η  στροφή από την μεταμοντέρνα ειρωνεία προς την ευαίσθητη ειλικρίνεια στην αμερικάνικη τηλεόραση είναι μια τάση που έχει ήδη μεγάλη παράδοση πίσω της κι έχει αναλυθεί ουκ ολίγες φορές, κάποιες εκ των οποίων κι από εμάς σε αυτό εδώ το site. Τα τελευταία χρόνια, όμως, συζητιέται όλο και περισσότερο το φαινόμενο των κωμικών σειρών που είναι σχεδόν σκόπιμα αντι-αστείες ακριβώς επειδή είναι wholesome με τον micro-escapist τρόπο που περιγράψαμε παραπάνω. Πέρα από τις σειρές του Michael Schur (και του Dan Goor, βασικού συντελεστή για τα Parks και Brooklyn), αντίστοιχες αναλύσεις έχουν πραγματοποιηθεί για πράγματα σαν τα πολυβραβευμένα Master of None και Schitt’s Creek. Περισσότερο απ’ όλα, όμως, η σειρά που έχει εντείνει τον τελευταίο καιρό αυτήν την συζήτηση είναι το Ted Lasso, μια κωμωδία που έχει κάνει τεράστια επιτυχία την ώρα που μοιάζει σαν να το τελευταίο πράγμα που προσπαθεί είναι να σε κάνει να γελάσεις. Το πρώτο, φυσικά, είναι να ζεστάνει την παγωμένη ψυχή σου. Τις προάλλες, ένας φίλος μου έστειλε ένα πολύ περιεκτικό και ζουμερό άρθρο που έφερε τον εξαιρετικά edgy τίτλο: Ted Lasso is a perfect show if you hate laughing. Και, θα το ομολογήσω, ο τίτλος αυτός με έκανε να γελάσω περισσότερο απ’ ό,τι με έχει κάνει η σειρά. Την ίδια περίοδο, έπαιζε και η τελευταία σεζόν του Brooklyn Nine-Nine, η οποία ολοκληρώθηκε πριν από μερικές βδομάδες αποχαιρετώντας μας με ένα φινάλε που κατά μία έννοια αποτέλεσε την τέλεια συμπύκνωση των ορίων του wholesome/woke micro-escapism. Αλλά ας θυμηθούμε πώς προέκυψε αυτό το φινάλε και γιατί αποφάσισε να τελειώσει αυτή η σειρά.

Μετά την ξαφνική ακύρωσή του από το Fox το 2018, το Brooklyn έγινε μήλο της έριδος ανάμεσα σε τηλεοπτικά δίκτυα και streaming πλατφόρμες που επιθυμούσαν διακαώς να το ενσωματώσουν στο πρόγραμμά τους. Αφού μετακόμισε στο NBC, η σειρά έμοιαζε να έχει μια ολοκαίνουρια ζωή μπροστά της. Η 6η κι η 7η σεζόν κυκλοφόρησαν το 2019 και το 2020 αντίστοιχα, με το hype και την συναισθηματική σύνδεση του κοινού να μεγαλώνουν συνεχώς. Θεωρητικά, τίποτα δεν έμοιαζε ικανό να ανακόψει την πορεία του B99. Και τότε, συνέβη η πραγματική ζωή. Το Μάιο του 2020 ο αφροαμερικανός George Floyd δολοφονείται από τον λευκό μπάτσο Derek Chauvin στη Μινεάπολις. Γρήγορα πυροδοτήθηκε μια μεγάλη εξέγερση (μαύρη αλλά και όχι μόνο) σε κάθε πολιτεία των ΗΠΑ, με το ζήτημα της αστυνομικής βίας και της διαπλοκής της με τον λευκή ανωτερότητα και τον αντι-μαύρο ρατσισμό να τίθεται όλο και πιο ευθέως στην αμερικάνικη κοινωνία, δημόσια σφαίρα, πολιτική ατζέντα και pop κουλτούρα. Δεδομένου ότι η αμερικάνικη τηλεόραση έχει δοξολογήσει, μυθοποιήσει και νομιμοποιήσει το “έργο” της αστυνομίας ουκ ολίγες φορές, δεν ήταν λίγες οι τηλεοπτικές εκπομπές και σειρές που μπήκαν στο στόχαστρο των ριζοσπαστικών φωνών για την ανεύθυνη ή ξεπλυματική στάση τους απέναντι στην αστυνομική βία. Καθώς τιθόταν όλο και πιο έντονα το ζήτημα του πώς η μυθοπλαστική αναπαράσταση συνδέεται με την καθημερινή πραγματικότητα, ήταν θέμα χρόνου το θέμα να αγγίξει ακόμα και τους μπάτσους της καρδιάς μας, τους φαινομενικά αθώους και wholesome, το 99ο αστυνομικό τμήμα του Μπρούκλιν. Τον Ιούνιο, ο Terry Crews δήλωσε πως τα σχέδια της σειράς για την 8η σεζόν πετάχτηκαν στα σκουπίδια έπειτα από την δολοφονία του Floyd. Ο Andy Samberg συμπλήρωσε πως η σειρά θα αναζητήσει μια ισορροπία ανάμεσα στην διατήρηση του κωμικού της ύφους και την ενασχόληση με την αστυνομική βία. O Goor, συνδημιουργός, παραγωγός και βασικός σεναριογράφος της σειράς, ομολόγησε πως τα πρώτα 4 επεισόδια του 8ου κύκλου είχαν γραφτεί ήδη αλλά δεν θα γυριστούν ποτέ, αφού θα αναζητηθεί μια νέα κατεύθυνση που να στέκεται υπεύθυνα απέναντι στα γεγονότα. Τελικά, τον Φεβρουάριο του 2021 το NBC ανακοίνωσε πως η 8η σεζόν θα είναι η τελευταία και θα αποτελείται από μόλις 10 επεισόδια. Ήταν, σύμφωνα με τον Goor, μια δύσκολη απόφαση.

Ναι, το πιστεύω ότι ήταν μια δύσκολη απόφαση, και πιστεύω πως οι δημιουργοί κι οι συντελεστές της σειράς ήθελαν όντως να πράξουν με κριτήριο τη συνείδηση και την ηθική τους. Φυσικά, αυτό σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον όπως αυτό της βιομηχανίας της ψυχαγωγίας δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση – και τις περισσότερες φορές δεν τίθεται καν προς συζήτηση. Παρόλα αυτά, υπάρχουν διάφοροι βαθμοί διαπραγμάτευσης, και νιώθω πως εδώ έγινε όντως αυτή η διαπραγμάτευση, εσωτερικά και εξωτερικά. Υπήρχε πράγματι ένα δίλημμα. Τι κάνεις; Συνεχίζεις την σειρά ως είχε, ως κωμικό wholesome relief από την δύσκολη πραγματικότητα, ή επιχειρείς μια υπεύθυνη κι ενσυνείδητη αναπαράσταση της πραγματικότητας, ακόμα κι αν αυτό λειτουργεί ενάντια στον escapist χαρακτήρα του έργου σου; Αν κάνεις το πρώτο, μάλλον προδίδεις την πολιτική. Αν κάνεις το δεύτερο, μάλλον προδίδεις την ψυχαγωγία. Το Brooklyn Nine-Nine βρέθηκε αντιμέτωπο με μια αντίφαση που υπάρχει στον πυρήνα της μαζικής καπιταλιστικής κουλτούρας: ότι τα πολιτιστικά προϊόντα που έχει ανάγκη η κοινωνία για να ξεφεύγει από τις καθημερινές συνθήκες καταπίεσης είναι εκείνα τα ίδια που άμεσα ή έμμεσα αναπαράγουν την ιδεολογία που καθιστά αυτήν την καταπίεση αόρατη και την εμφανίζει ως φυσική ή αναπόφευκτη. Το B99, λοιπόν, επιχείρησε να κάνει κάτι ενδιάμεσο, όπως είχε κάνει ήδη σε κάποιες περιπτώσεις στο παρελθόν. Προσπάθησε να συνδυάσει το escapist fun με την πολιτική ευθύνη. Είναι εύκολο; Καθόλου. Συνήθως χρειάζεται εξαιρετικά επιδέξιους χειρισμούς, γιατί αλλιώς μπορεί πολύ εύκολα να καταλήξει φτηνό, διδακτικίστικο, ξενέρωτο, αυτάρεσκο και, εν τέλει, αναποτελεσματικό ως προς του ψυχαγωγικούς και πολιτικούς στόχους που θέτει στον εαυτό του. Και το θέμα εδώ είναι ότι, ναι, αφού η σειρά έθεσε αυτούς τους στόχους, τότε αναγκαστικά θα πρέπει να κριθεί (και) με βάση αυτούς. Θέτοντας ως κριτήριο στον εαυτό της τον συνδυασμό χαλαρής κωμωδίας και πολιτικής κριτικής, το Brooklyn Nine-Nine μας αναγκάζει να κάνουμε κι εμείς το ίδιο.

Δεν είναι ότι η σειρά δεν είχε θέσει κάποια πολιτικά ζητήματα στο παρελθόν. Είχε θέσει, ειδικά όσον αφορά τα ζητήματα του ρατσισμού, του μισογυνισμού και της ομοφοβίας. Αλλά αυτά τα επεισόδια μοιάζουν απλώς με μικρές νύξεις, αν τα δούμε συγκριτικά αφενός με τη συνολική έκταση της σειράς και τον χρόνο που αφιερώνει στην escapist λειτουργία της κι αφετέρου με το βάθος και την ένταση που θα μπορούσε να έχει μια κριτική του αστυνομικού θεσμού στις ΗΠΑ, ο οποίος έχει μια ιστορία κυριολεκτικά βουτηγμένη στο αίμα των κατώτερων τάξεων, των πολιτικά αντιφρονούντων και των φυλετικών μειονοτήτων. Προσωπικά, αν με ρωτάτε, δεν θα απαιτούσα σώνει και ντε από τη σειρά να κάνει μια στιβαρή πολιτική/κωμική κριτική στην αστυνομία. Αποδέχομαι την προαναφερθείσα escapist λειτουργία και την εκτιμώ, γιατί την έχω κι εγώ ανάγκη. Είναι πολλές φορές που θέλω να δω στην οθόνη μια εντελώς benevolent εκδοχή της πραγματικότητας σαν αυτήν που πρότεινε στο μεγαλύτερο μέρος της πορείας του το B99. Μπορεί ταυτόχρονα να κάνω από την πλευρά μου μια πολιτική κριτική στην ιδεολογική λειτουργία αυτού του escapism, αλλά αυτό δε με εμποδίζει να το απολαύσω – ούτε και απαιτώ από εκείνο να γίνει κάτι άλλο από αυτό που είναι. Όταν όμως το ίδιο προσπαθεί να γίνει (και) κάτι άλλο, τότε η κριτική θα πρέπει επίσης να είναι ευθεία και ειλικρινής απέναντί του. Κι αυτό που προσπάθησε να κάνει το Brooklyn Nine-Nine με την τελευταία σεζόν και το φινάλε του είναι, για τα δικά μου γούστα και κριτήρια, βαθιά αποτυχημένο και χρεωκοπημένο σαν τρόπος να συνδυάζεις την κωμωδία και την πολιτική.

Στα χαρτιά πράγματι η σειρά αναφέρθηκε στην δολοφονία του Floyd και τις συνέπειές της, ενσωματώνοντάς κάποιες από αυτές τις συνέπειες σε συγκεκριμένες αφηγηματικές επιλογές ως προς την πορεία των χαρακτήρων. Στην πραγματικότητα, όμως, απέφυγε να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα με τρόπο που να ξεφεύγει από την αυτάρεσκη liberal επιφανειακότητα που απλά προτείνει έναν δρόμο (ατομικής) αυτο-ενοχής ώστε να ακολουθήσει μετά ένα στάδιο (ατομικής) αυτο-επιβράβευσης. Εδώ ακριβώς είναι που κάποιοι θα σπεύσουν να τοποθετήσουν το θέμα στο επίπεδο των προσδοκιών, σημειώνοντας πως είναι λάθος να περιμένουμε από ένα sitcom να καταπιαστεί σοβαρά με τέτοια κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Και θα απαντήσουμε αντιστρέφοντας το επιχείρημα, λέγοντας πως απεναντίας η κωμωδία και το χιούμορ ευρύτερα αποτελούν μερικά από τα κυριότερα εργαλεία που είχαν ιστορικά οι υποτελείς ώστε να ασκήσουν κριτική στην εξουσία, κι είναι ακριβώς η mainstream αμερικάνικη τηλεόραση που έχει μετατρέψει σταδιακά την κωμωδία σε κάτι που είναι καταστατικά ακίνδυνο και κομφορμιστικό, κάτι που είναι “μόνο για γέλιο” (και όπως είδαμε στην αρχή, μερικές φορές ούτε καν για γέλιο). Η σύγχρονη liberal μαζική κουλτούρα, προϊόν της οποίας είναι και το B99, επιχειρεί να είναι inoffensive με τον πιο ασφαλή corporate τρόπο που υπάρχει, έτσι ώστε να επιδεικνύει με επιφανειακές χειρονομίες το πόσο πολιτικά woke είναι, φροντίζοντας παράλληλα να αφήνει ανέγγιχτες όλες τις δομικές αιτίες που παράγουν τα φαινόμενα που καταδικάζει. Είναι η ίδια δυναμική βάσει της οποίας μπορεί κάλλιστα μια streaming πλατφόρμα, ένα τηλεοπτικό κανάλι ή ένα κινηματογραφικό στούντιο να εμφανίζεται στα λόγια και στις αναπαραστάσεις σαν σύμμαχος ή υπερασπιστής των μειονοτήτων και των καταπιεσμένων, την ώρα που η συνολικότερη καπιταλιστική δομή της πολιτιστικής βιομηχανίας τους αποκλείει ή τους εκμεταλλεύεται. Κι όμως, μπορεί η εικόνα να εμφανίζεται ως ριζοσπαστική, έως και επαναστατική, γιατί η πολιτική ευαισθησία είναι ένα νόμισμα που εξαργυρώνεται πλουσιοπάροχα στο σύγχρονο πολιτισμικό περιβάλλον – κι όλοι θέλουν ένα κομμάτι από την woke πίτα. Είναι αυτό το πράγμα που, με τα φτωχά αγγλικά μας, θα μπορούσαμε να ονομάσουμε wokexploitation.

Η τελευταία σεζόν του Brooklyn Nine-Nine λοιπόν προχωράει την πολιτική/κωμική της κριτική στον ρόλο και τη δομή της αστυνομίας ίσα ίσα μέχρι το σημείο ώστε να μπορεί να είναι off the hook, αλλά προσέχοντας πολύ να μην ξεφύγει από την χλιαρή liberal αφήγηση και καταλήξει να αμφισβητεί βαθύτερα τον θεσμό και την λειτουργία του.  Ακόμα κι όταν κάποιοι χαρακτήρες εγκαταλείπουν το αστυνομικό point of view ώστε να αντιληφθούν διαφορετικά την κοινωνική τους ταυτότητα ή να επιλέξουν έναν διαφορετικό δρόμο, αυτό εμφανίζεται ως μια αυστηρά προσωπική-ηθική επιλογή που δεν επηρεάζει το πώς βλέπουν τον κόσμο γύρω τους, και πρώτα απ’ όλα το πώς βλέπουν τους πρώην ή νυν συναδέλφους τους. Υπάρχει ένα κοινωνικο-ιστορικό background που δίνει μια αίσθηση context σε αυτές τις επιλογές, αλλά η σειρά επιλέγει να μην αναμετρηθεί με τις συνέπειες των κριτηρίων που θέτει στον εαυτό της. Έτσι, βάζει δειλά το ένα της πόδι στην πραγματικότητα, κρατώντας στιβαρά το δεύτερο στη σφαίρα της φαντασίωσης. Στέκοντας μετέωρη ανάμεσα στις δύο λειτουργίας του escapist fun και της κοινωνικής κριτικής, η τελευταία σεζόν του Brooklyn Nine-Nine κάνει κακό και στις δύο. Δεν σου επιτρέπει ούτε να ξεφύγεις αρκετά, αλλά ούτε και να αμφισβητήσεις αρκετά. Και γι’ αυτό μου φαίνεται δύσκολο να φανταστώ κάποιον θεατή που να έμεινε αληθινά ικανοποιημένος από αυτό το φινάλε. Όσοι ήθελαν ένα αληθινά αστείο και συναισθηματικό αντίο, κλασικά sitcomικό, δεν εκτιμώ ότι τον βρήκαν πραγματικά, παρόλο που είχε μια υπεραναπλήρωση νοσταλγίας ώστε να αποφύγει να αναμετρηθεί ώριμα με τον αποχαιρετισμό (θυμηθείτε το εξαιρετικό επεισόδιο Community με τη λάβα). Όσοι ήθελαν μια στάση κοινωνικής ευθύνης που να δείχνει μια επιθυμία ριζοσπαστικής κριτικής του θεσμού πάνω στον οποίο χτίστηκε η σειρά, δεν εκτιμώ ότι την βρήκαν πραγματικά, παρόλο που έκανε τα πάντα για να μας πείσει ότι ψυχανεμίζεται και κατανοεί το πολιτικό κλίμα της περιόδου που έχει μετατρέψει την αστυνομία σε ένα αρκετά μη-coolcoolcool πράγμα. Κάνοντας λίγο κι από τα δύο, το φινάλε κατέληξε να μην κάνει τίποτα στ’ αλήθεια.

Δεν προσπαθώ με όλα αυτά να ακυρώσω την συνολικότερη πορεία της σειράς. Ούτως ή άλλως, όπως προείπα, εμένα μου δούλευε σαν αυτό που ήταν στο μεγαλύτερο μέρος της διάρκειάς της. Αυτό που θέλω να καταδείξω, όμως, είναι πως ειδικά η κατάληξή του, έτσι ελάχιστα αστεία και ριζοσπαστική που ήταν, αποτελεί δείγμα μιας τάσης στην κωμωδία που την βρίσκω να σαμποτάρει όλα όσα θα μπορούσαν να την κάνουν αληθινά ενδιαφέρουσα. Γιατί αν το σύγχρονο πολιτισμικό/πολιτικό περιβάλλον των αμερικάνικων sitcoms απαιτεί από αυτά να γίνονται wholesome και safe, τότε τι συμβαίνει με όσους θέλουμε την κωμωδία μας αστεία, actually αστεία, και πολιτικά αιχμηρή (πέρα από το να βλέπουμε αγγλικά πράγματα); Δε λέω, απολαμβάνω πολύ την αχαλίνωτη εξυπνοσαχλαμάρα ενός What We Do in the Shadows κι ενός It’s Always Sunny in Philadelphia, γελάω ακόμα με κάποιες στιγμές-διαμάντια του Rick and Morty παρά τις ενστάσεις μου για τη σειρά, με φέρνει σε αμηχανία το αλλόκοτο χιούμορ του Atlanta, πεθαίνω με την κοφτερή σκατοψυχιά του Succession και εκτιμώ αληθινά αυτό που προσπάθησε να κάνει το Who Is America, αλλά από εκεί και πέρα βρίσκεται λίγο-πολύ η άβυσσος. Όλο και περισσότερες κωμικές σειρές στοχεύουν απλά στο να μας δείχνουν Καλούς Ανθρώπους με Καλές Απόψεις, έτσι ώστε να μας κάνουν κι εμάς να νιώσουμε καλύτερα με τον εαυτό μας και τις απόψεις μας. Μ’ αυτόν τον τρόπο, τίποτα απ’ όσα βλέπουμε δεν δοκιμάζει τα όριά μας, παρά μόνο επιβεβαιώνει τις βεβαιότητές μας, δίνοντας μονοδιάστατες feelgood απαντήσεις σε πολύπλοκα ηθικά-πολιτικά ερωτήματα. Η ομοιομορφία, ο διδακτισμός κι η αυτοεπιβράβευση όμως είναι πολύ δύσκολο να παράξουν κάτι αληθινά αστείο. Και, κυρίως, είναι σχεδόν αδύνατον να σε εκπλήξουν. Κι αν δεν σε εκπλήξει, δεν σε σοκάρει, δεν σε ταρακουνήσει, δεν σε αποσταθεροποιήσει και δεν σε κινητοποιήσει, τι σόι κωμωδία είναι σε τελική ανάλυση; Ερώτημα.

Best of internet