Quantcast

Είχαμε ανάγκη ένα καινούριο Twilight Zone, κι ο Jordan Peele μας το έδωσε

Το αν είναι καλό, βέβαια, είναι άλλη υπόθεση

Ήταν ένας μυστηριώδης κόσμος αυτός που ξημέρωσε στις ΗΠΑ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όχι, μην ανησυχείτε δεν θα γίνουμε εδώ ούτε τόσο φιλόδοξοι ούτε τόσο κουραστικοί ώστε να επεξεργαστούμε αναλυτικά τον αμερικάνικο μεταπολεμικό κόσμο, διατρέχοντας ήπιο κίνδυνου εγκεφαλικού στραμπουλήγματος. Παρόλα αυτά, είναι αδύνατον να αφήσουμε απ’ έξω την σκιαγράφηση του περιβάλλοντος που γέννησε ένα τόσο εμβληματικό έργο τέχνης και λαϊκής κουλτούρας όπως το The Twilight Zone στα 50s. Τα μεταπολεμικά «οικονομικά θαύματα», η γιγάντωση της πολιτιστικής βιομηχανίας, η απαρχή της γενικευμένης κατανάλωσης, η είσοδος της τηλεόρασης σε όλα τα σπίτια, το μεγάλο κύμα γέννησης των baby boomers, το βάρος της ατομικής βόμβας κι η σκιά του ψυχρού πολέμου, το αντικομμουνιστικό μακαρθικό κυνήγι μαγισσών, η κούρσα κατάκτησης του διαστήματος, τα φαινόμενα μαζικής υστερίας της πολιτικής και της pop κουλτούρας από τον πυρηνικό όλεθρο μέχρι το rock ‘n’ roll – όλα αυτά δίνουν στην αίσθηση που έχουμε για τα αμερικάνικα 50s έναν αλλόκοτο, απόκοσμο αέρα, σαν να βρίσκεσαι μέσα σε ένα περιβάλλον ευημερίας με την μαζική παράνοια να βράζει ασταμάτητα από κάτω του.

Δε μπορούμε να ξέρουμε τι είχε πραγματικά στο μυαλό του ο Rod Serling, δημιουργός του Twilight Zone, αλλά αυτήν μας την (πιθανώς λανθασμένη) αίσθηση την έχουμε αποκομίσει (και) από το δικό του έργο στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Ήταν ένας αληθινά σπουδαίος δημιουργός, το όνομα του οποίου θα άξιζε να είναι πολύ πιο κοινό κτήμα της σημερινής συλλογικής συνείδησης απ’ ό,τι είναι σήμερα. O Serling ήταν ξεχωριστός μέσα σε ένα ούτως ή άλλως συναρπαστικό περιβάλλον, σαν αυτό του μεταπολεμικού κινηματογράφου και τηλεόρασης. Ξεκινώντας από το τηλεοπτικό θέατρο των αρχών του ’50, όπως και πολύ ακόμα δημιουργοί που έλαμψαν τις επόμενες δεκαετίες, η ριζοσπαστική κοινωνική και πολιτική ματιά του Serling έγινε ήδη εμφανής από κείμενα σαν το Patterns και το Requiem for a Heavyweight (αμφότερα εκ των οποίων έγιναν υπέροχες ταινίες τα επόμενα χρόνια), ενώ αυτή η αίσθηση παράνοιας που περιγράψαμε παραπάνω απογειώθηκε κινηματογραφικά στα σενάριά του για τα αξεπέραστα Seven Days in May και Planet of the Apes.

Φυσικά, το μεγάλο αριστούργημα του Serling είναι το ίδιο το Twilight Zone, το οποίο δημιούργησε και παρουσίασε ο ίδιος στο τηλεοπτικό δίκτυο CBS από το 1959 μέχρι το 1964. Είναι σαφές ότι τόσο η μεταχείριση που επεφύλασσε ο Serling στη δομή της σειράς ανθολογίας όσο και το ξεχωριστό καφκικό/παραφυσικό ύφος των ιστοριών που αφηγούταν έκαναν το Twilight Zone έναν από τους πιο επιδραστικούς τίτλους στην ιστορία της μαζικής κουλτούρας – κι είναι σχεδόν αδύνατον να μην εντοπίσεις την επιρροή του στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Βέβαια, η πένα του Serling συνοδευόταν από αυτήν μερικών από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς της λογοτεχνίας του φανταστικού της εποχής του, από τον Ray Bradbury και τον Charles Beaumont μέχρι τον Richard Matheson και τον George Clayton Johnson. Όντας ήδη από την εποχή του ένα μνημείο κι ένα σημαντικότατο σημείο αναφοράς, το Twilight Zone επέστρεψε μια φορά στα 80s (μια επίσης παράξενη εποχή, η οποία όλως τυχαίως κοίταζε νοσταλγικά τα 50s) σε τηλεοπτική και κινηματογραφική εκδοχή, κι άλλη μια φορά στις αρχές των 00s που η αμερικάνικη κοινωνία βρισκόταν στον παρανοϊκό απόηχο της 11ης Σεπτεμβρίου. Τώρα, λοιπόν, σε ένα ακόμα πιο αντιφατικό και καταθλιπτικό παγκόσμιο περιβάλλον, το δημιούργημα του Rod Serling επιστρέφει ξανά στην τηλεόραση.

Η ιδιαιτερότητα της φετινής επιστροφής του Twilight Zone, που έκανε τις προηγούμενες μέρες πρεμιέρα στο CBS (κι εδώ στα μέρη μας στο COSMOTE TV), βρίσκεται εν πολλοίς στον άνθρωπο που ανέλαβε να επιμεληθεί τη σειρά. Πρόκειται, φυσικά, για τον Jordan Peele – κι η αλήθεια είναι ότι μοιάζει πράγματι κατά πάσα πιθανότητα ο καταλληλότερος δημιουργός αυτήν την στιγμή στο αμερικάνικο σινεμά και την αμερικάνικη τηλεόραση γι’ αυτή τη δουλειά, δεδομένης της βαθιάς σχέσης του με την ειρωνική πλην ειλικρινή πολιτική ματιά στα ζητήματα της φυλής, της τάξης και της σεξουαλικότητας. Ήδη πριν από λίγες μέρες μιλάγαμε αναλυτικά για τη νέα ταινία του, το Us, ενώ τα προηγούμενα χρόνια έχει βρεθεί στην πρώτη γραμμή της σύγχρονης pop κουλτούρας ως κωμικός (μέσα από το Key & Peele), ως σκηνοθέτης (με το Get Out) κι ως παραγωγός (με τα The Last O.G. και Weird City). Έχοντας μαζί του σαν βασικό σεναριογράφο και παραγωγό τον Simon Kimberg του X-Men franchise, αλλά και τον σταθερό συνεργάτη του, Alex Rubens (που έχει επίσης δουλέψει στο Community και το Rick and Morty), ο Jordan Peele επιχειρεί να δώσει στον αθάνατο προβληματισμό της σειράς του Rod Serling ένα νέο, σύγχρονο, ουσιαστικά επίκαιρο περιεχόμενο.

Ποιο ήταν, όμως, το αυθεντικό περιεχόμενο του Twilight Zone; Δεδομένης της ίδιας της δομής της σειράς ανθολογίας και του πλήθους των συνεργαζόμενων σεναριογράφων, το Twilight Zone δεν άφησε σχεδόν κανένα μείζον κοινωνικό ζήτημα της εποχής του ανεπεξέργαστο στα πλαίσια του format του και των περιορισμών του, φυσικά. Θα χρειαζόμασταν ένα πολύ μεγαλύτερο κείμενο για να συζητήσουμε τον συγκεκριμένο (σχεδόν πάντα ριζοσπαστικό και προοδευτικό) τρόπο που μεταχειρίστηκε αυτά τα ζητήματα η σειρά, κι αυτό το κείμενο δεν θα είναι αυτό το κείμενο. Αν υπάρχει ένας συνδετικός κρίκος που μοιάζει να συνδέει τις διαφορετικές πλευρές της αφήγησης και της εικονογραφίας του Twilight Zone, τότε αυτός μοιάζει να είναι ο φόβος. Όχι, όμως, σαν εξατομικευμένο συναίσθημα ενός ήρωα ή μιας ηρωίδας, αλλά σαν δραματική έκφραση του αξεπέραστου συλλογικού και προσωπικού ορίζοντα της εποχής. Για το Twilight Zone, ο ίδιος ο φόβος μοιάζει να είναι αυτός ο ορίζοντας. Παίρνοντας σχεδόν πάντα μια εφιαλτική τροπή, προμηνύοντας μια ανατροπή και κουβαλώντας αγκαλιά ένα δίδαγμα, οι ιστορίες της σειράς έβαζαν τους χαρακτήρες σε μια ζώνη, έναν χώρο κι έναν χρόνο, όπου η ανθρωπότητα ήταν ικανή για το καλύτερο και το χειρότερο, εκπληρώνοντας ταυτόχρονα την διπλή υπόσχεση του σύγχρονου κόσμου για τη μεγαλύτερη ελευθερία και τη μεγαλύτερη βαρβαρότητα. Ο Serling ήξερε πολύ καλά ποια είναι η δύναμη του φόβου και πόσο εύκολα διανύεται η απόσταση ανάμεσα στον φόβο ως βαθύτερο συναίσθημα και τον φόβο ως κοινωνικό καθεστώς. Όπως έλεγε κι ο Paul Virilio, ένας συγγραφέας που έγραψε εκτεταμένα για τη σχέση ανάμεσα στον φόβο και την κουλτούρα, ζούμε υπό το καθεστώς της διαχείρισης του φόβου στο μικρότερο και το μεγαλύτερο επίπεδο. Ο φόβος έχει γίνει ένα περιβάλλον, ένα καθημερινό τοπίο.

Αν δεχτούμε ότι πράγματι εκεί βρίσκεται η ουσία του Twilight Zone, στην επεξεργασία σύγχρονων κοινωνικών φαινομένων μέσα στα πλαίσια ενός σαφώς καθορισμένου format αφήγησης και με υπόγειο συνδετικό κρίκο τον φόβο, τότε μπορεί άραγε η τωρινή εκδοχή της σειράς να αποτελέσει μια ικανοποιητική επιστροφή αυτού του θρύλου της pop κουλτούρας ως κάτι παραπάνω από ένα tribute; Θεωρητικά, ναι, αλλά από πολλές πλευρές το 2019 είναι αρκετά πιο πολύπλοκο από το 1959. Το κοινωνικό περιβάλλον του σήμερα μοιάζει τόσο θρυμματισμένο και κατακερματισμένο που τα ίδια τα προκαταρκτικά ερωτήματα μπορούν να γίνουν ζαλιστικά: ποια ζητήματα, ποια υποκείμενα και ποιοι φόβοι; Σ’ έναν κόσμο τόσο αντιφατικό, γρήγορο και ασταθή όσο τον σημερινό,  δεν είναι και πολύ εύκολο να χτίσεις μια φόρμουλα σαν αυτή με την οποία συστήθηκε στις ΗΠΑ το Twilight Zone πριν από μισό αιώνα. Για να προκαλέσεις έναν υπερβατικό τρόμο και να τον ξεδιαλύνεις με μια καταληκτική πολιτική πρόταση, χρειάζεται να ξεψαχνίσεις πολύ την πραγματικότητα. Για να λειτουργήσεις σαν σημείο αναφοράς στο οποίο συγκλίνουν τα επί μέρους δεινά των σύγχρονων ανθρώπων, χρειάζεται να συλλάβεις την πολυπλοκότητα της εποχής χωρίς να χαριστείς στην ευκολία της αφήγησης. Και για να συναρπάσεις την φαντασία των ανθρώπων του 21ού αιώνα, χρειάζεται μια αισθητική και πολιτική πρόταση που να είναι περιπετειώδης, να είναι ακραία μέσα στην ειλικρίνειά της.

Στην πράξη, δυστυχώς, το Twilight Zone του Jordan Peele δεν καταφέρνει να αναμετρηθεί μ’ αυτές τις προκλήσεις. Θα ήταν πολύ άδικο να ζητούσαμε να τις ξεπεράσει μονομιάς, αλλά τις μεταχειρίζεται αρκετά πιο φτωχά απ’ ό,τι είχαμε συνηθίσει μέχρι τώρα τον δημιουργό. Στην πράξη, λοιπόν, είδαμε τα 4 πρώτα επεισόδια της σειράς και το αποτέλεσμα ήταν, προφανώς, άνισο. Το εναρκτήριο The Comedian ήταν πολύ ενδιαφέρον θεματικά, αλλά κάπως φτωχό αισθητικά. Το Nightmare at 30,000 Feet ήταν ένα αναμενόμενο tribute που δεν κατάφερε να συνδεθεί με το σήμερα με τρόπο που να είναι κάτι παραπάνω από ένα άθροισμα επίκαιρων αναφορών. Κι από τα δύο επόμενα που είχαμε την ευκαιρία να δούμε αποκλειστικά, το Replay έμοιαζε χιλιοπαιγμένο και μόνο το The Traveler έμοιαζε να συλλαμβάνει κάτι από την απόκοσμη αίσθηση που περιμέναμε να δούμε στη σειρά. Αυτήν την αίσθηση ότι ανήκει σε έναν άλλο κόσμο, βγαίνοντας από τις βαθύτερες, πιο απωθημένες πηγές αυτού εδώ του κόσμου. Κι όπως ήταν επίσης αναμενόμενο, το gimmick μοτίβο της ανατροπής και του διδακτισμού δεν καταφέρνει να μεταφραστεί αποτελεσματικά σε μια αληθινά σύγχρονη αφηγηματική κι αισθητική γλώσσα.

Σε ένα επιφανειακό επίπεδο, θα μπορούσαμε να πούμε πως υπάρχει ήδη το Twilight Zone του 21ού αιώνα – και το όνομά του είναι Black Mirror. Και παρότι, ναι, φυσικά η σειρά του Charlie Brooker έχει ενσωματώσει μεγάλο μέρος της εργαλειοθήκης που δημιούργησε ο Rod Serling, θα ήταν μια αρκετά βιαστική παρατήρηση. Ο πρώτος λόγος είναι ότι, θεματικά, η έμφαση στην συνάντηση μεταξύ τεχνολογίας και ζωής ως πεδίου σύγκλισης των ζητημάτων που αφορούν την σύγχρονη κοινωνικότητα περιορίζει κάπως το θεματικό εύρος του Black Mirror σε σύγκριση με την πιο καθολική, ουμανιστική οπτική του Serling για την ανθρωπότητα, τους φόβους της και την φαντασία της. Δεύτερον, κι ακόμα πιο σημαντικό, ο συχνά κυρίαρχος (αλλά όχι απόλυτος) κυνισμός του Black Mirror το κάνει να αποφεύγει την βουτιά στο συναισθηματικό βάθος των ανθρώπων των ιστοριών του, ενώ ο Serling, παρά τον επιφανειακά αφελή τόνο του έργου του αν ιδωθεί με σημερινά μάτια, έψαχνε στο βαθύ ανθρώπινο σκοτάδι την δυνατότητα για πραγματική κοινωνική αλλαγή – κι αυτή είναι μια διαφορά που γνωρίζει καλά ο Jordan Peele. Παρόλα αυτά, ελάχιστα πράγματα σημερινό Twilight Zone έχουν κάτι από αυτήν την αβίαστη αλλά και τρομακτική επιτακτικότητα του Black Mirror, αυτήν την τσίτα που νιώθεις όταν καταλαβαίνεις ότι αυτό που βλέπεις μιλάει για τη ζωή σου. Κατά μία έννοια, το Key & Peele είχε περισσότερη απ’ αυτήν την αίσθηση σε σύγκριση με το Twilight Zone.

Σε τελική ανάλυση, η πρώτη αίσθηση που αποκομίσαμε απ’ την σειρά επιβεβαιώνει μάλλον τα πράγματα που ξέραμε ή υποψιαζόμασταν ήδη. Ότι ο Serling ήταν ένας μεγαλοφυής άνθρωπος. Ότι ο Peele είναι ένας συναρπαστικός σύγχρονος δημιουργός που ψάχνει το δρόμο του. Ότι ο φόβος είναι ακόμα ο προσωπικός και συλλογικός ορίζοντας της εποχής μας. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι τι είδους πολιτισμικό (δηλαδή πολιτικό κι αισθητικό) αποτύπωμα ακριβώς θέλει να αφήσει το νέο Twilight Zone. Μέχρι στιγμής είναι καλοφτιαγμένο και βλέπεται ευχάριστα. ΟΚ, το δεχόμαστε – αλλά χρειάζεται κάτι παραπάνω για να δικαιολογήσει το όνομά του.

Best of internet