Quantcast

8 προβολές που έχουμε ζηλέψει από το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σύρου, λίγο πριν την 8η χρονιά του

Για τις φετινές, θα τα πούμε ξανά από τις 3 έως τις 6 Σεπτεμβρίου

Αν κάτι δε μας έλειψε φέτος, αυτό ήταν ο προβληματισμός για το παρόν και το μέλλον του σινεμά (ως καλλιτεχνική γλώσσα, ως πολιτιστική βιομηχανία κι ως κοινωνική εμπειρία) στην πανδημική εποχή που ζούμε. Πρόκειται για έναν προβληματισμό που ξεκίνησε από το απότομο φρένο στην κινηματογραφική ζωή, συνεχίστηκε με την άνοδο την ψηφιακών κυκλοφοριών, πέρασε από το άνοιγμα των θερινών σινεμά κι αυτή τη στιγμή βρίσκεται μπροστά από το μετέωρο βήμα της ομαλοποίησης που υπόσχεται η νέα σεζόν. Φυσικά, όπως έχουμε ξανατονίσει, ο κορονοϊός λειτούργησε αρχικά με όρους διαταραχής του κινηματογραφικού-βιομηχανικού συμπλέγματος κι έπειτα με όρους επιτάχυνσης των αλλαγών που διαφαίνονταν ήδη. Αναλογιζόμενοι τις νέες κοινωνικές, οικονομικές, υγειονομικές, τεχνολογικές και πολιτισμικές συνθήκες που διαμόρφωσε ο κορονοϊός, λέγαμε το εξής:

«Οι ριζικές αλλαγές σπάνια έρχονται με τη μορφή μιας φυσικής καταστροφής, ακόμα κι αν εξωτερικά μοιάζει έτσι. Αντίθετα, συνήθως έρχονται ως έκρηξη υπόγειων ή μη τάσεων που καλλιεργούνταν ήδη για αρκετό καιρό. Κάπως έτσι, λοιπόν, η πανδημία λειτουργεί ως επιταχυντής των υπαρκτών τάσεων που διαφαίνονταν στο πεδίο του σινεμά. Το πρόβλημα, φυσικά, είναι πως αυτές οι τάσεις ήταν και παραμένουν ανησυχητικές. Το ψηφιακό αποτύπωμα της βιομηχανίας του θεάματος όλο και γιγαντώνεται, οι δυνατότητες για παραγωγή και διανομή εκτός των στενών ορίων του κυρίαρχου προτύπου όλο και συρρικνώνεται, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν αρκετές πλευρές της παραδοσιακής κινηματογραφικής βιομηχανίας (κινηματογραφικές αγορές, καλλιτεχνικοί κύκλοι, επαγγελματικές ειδικότητες) που κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Όπως είπαμε και πριν, αυτές οι τάσεις υπήρχαν ήδη – κι η καραντίνα τις επιταχύνει. Αν, μάλιστα, δεν παρθούν κεντρικές αποφάσεις πολιτιστικής στρατηγικής προς αντίθετη κατεύθυνση, μάλλον δύσκολα θα υπάρχει γυρισμός.»

Μια από τις πλευρές της κινηματογραφικής ζωής που διαταράχθηκαν έντονα, βέβαια, ήταν το φεστιβαλικό κύκλωμα, από τις πιο μεγάλες και βιομηχανικές μέχρι τις πιο χαριτωμένες κι αυτοσχέδιες εκδοχές του. Πολλά φεστιβάλ ακυρώθηκαν, ανάμεσά τους οι Κάννες και το Τέλιουραϊντ, άλλα μεταφέρθηκαν σε ψηφιακό χώρο (όπως το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης στα μέρη μας), κάποια θα πραγματοποιηθούν με μινιμαρισμένο πρόγραμμα (η επερχόμενη Βενετία ας πούμε) και κάποια θα δοκιμάσουν ένα μιξ φυσικού και ψηφιακού χώρου (όπως το φετινό Τορόντο). Η ίδια η φύση ενός κινηματογραφικού φεστιβάλ, η πύκνωση στον χώρο και τον χρόνο, η τάση συγκέντρωσης ταινιών και ανθρώπων, η στενή του σχέση με το ταξίδι και τα δίκτυα διεθνοποίησης – όλα αυτά βρίσκονται εκ των πραγμάτων σε ένταση με τις συνθήκες του post-covid κόσμου στον οποίο ζούμε σήμερα, προς το παρόν τουλάχιστον. Με άλλα λόγια, τα φεστιβάλ θα χρειαστεί να απαντήσουν στο ερώτημα του πώς μπορούν να μοιάζουν στο κοντινό και λιγότερο κοντινό μέλλον, εφόσον θέλουν να παραμείνουν ένα ζωντανό κομμάτι της κινηματογραφικής βιομηχανίας ή της μητροπολιτικής ζωής.

Αν αυτή τη στιγμή η φυσική ροπή των πραγμάτων μοιάζει να πηγαίνει προς την ψηφιακή μετακόμιση, συνδυαζόμενη φυσικά με την προϋπάρχουσα κι εντεινόμενη κρίση της αίθουσας, δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κι άλλες δυνατότητες, τις οποίες βρίσκονται σε προνομιακή θέση να εξερευνήσουν τα μικρότερα, διακριτικότερα, λιγότερο ανταγωνιστικά (και με τις δύο έννοιες) φεστιβάλ. Ας πούμε, το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σύρου επέλεξε φέτος μια διάχυση της διοργάνωσής του μέσα στον χώρο και τον χρόνο, ξεκινώντας τον φεστιβαλικό του κύκλο τον Ιούλιο του 2020 στην Αθήνα και μεταπηδώντας από εκεί στις Κυκλάδες και πίσω διαδοχικά έως και τον Ιούλιο του 2021. Όπως δηλώνει κι ο τίτλος «Off Season / Εκτός εποχής», η φετινή εκδοχή της διοργάνωσης είναι μάλλον λιγότερο ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ και περισσότερο μια διαρκής μεταχείριση της ίδιας της θεματικής της αστάθειας και της ελαστικότητας.

Δεν έχω πάει στα προηγούμενα φεστιβάλ της Σύρου, αλλά σίγουρα το φετινό στυλ είναι πολύ διαφορετικό από τις προηγούμενες διοργανώσεις, όπως τις είδαμε από μακριά τουλάχιστον. Δεν ξέρω αν αυτή η ελαστικότητα κι η εγρήγορση θα αποδειχτεί ένα βιώσιμο μοντέλο για την φεστιβαλική ζωή και οικονομία, αλλά αν με ρωτάτε τότε το προτιμώ σε σύγκριση με τα παραφουσκωμένα, χαοτικά, φαραωνικά προγράμματα των φεστιβάλ που καταλήγουν ελάχιστα συνεκτικά κι εν τέλει απροσπέλαστα ακόμα και για τους ίδιους τους συντελεστές τους. Καθώς περιμένουμε να δούμε από κοντά το πώς θα μοιάζει το φεστιβάλ που μεταφέρεται στην Σύρο από τις 3 έως τις 6 Σεπτεμβρίου, ξεφυλλίσαμε τους καταλόγους και τα προγράμματα του Syros International Film Festival και διαλέξαμε 8 παρελθοντικές προβολές στις οποίες θα θέλαμε πολύ να ήμασταν παρόντες όταν πραγματοποιήθηκαν.

Θηραϊκός Όρθρος / Ακρόπολη

Το 1967, οι σπουδαίοι Κώστας Σφήκας και Σταύρος Τορνές κινηματογραφούν την Σαντορίνη καθώς εκείνη αρχίζει σιγά σιγά να υπάγεται στη βιομηχανία του τουρισμού. Σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά, η Εύα Στεφανή φτιάχνει μια πειραματική ταινία για την ιδεολογική και οικονομική εκμετάλλευση της Ακρόπολης παραλληλίζοντάς την με το γυναικείο σώμα. Οι δύο αυτές σύντομες ελληνικές ταινίες συνυπήρξαν στο φεστιβάλ του 2015.

Wanda

Από τις πιο όμορφες κι υποτιμημένες ταινίες του πλούσιου αμερικάνικου σινεμά των 70s, το φιλμ της Barbara Loden είναι μια ελεγεία άσκοπης περιπλάνησης υπαρξιακού βάθους, όπως πρέπει δηλαδή. Όλως τυχαίως, στο ίδιο φεστιβάλ του 2015 προβλήθηκε και το The Hitch-Hiker της Ida Lupino, επίσης εμβληματικό τόσο ως ταινία περιπλάνησης όσο και ως γυναικείο σινεμά.

Nostalgia for the Light

Το ντοκιμαντέρ του Patricio Guzman είναι αξεπέραστο, ήδη κλασικό στα 10 χρόνια από την κυκλοφορία του. Ο συνδυασμός της αστρονομίας στον ουρανό της ερήμου και της ιστορικής μνήμης της δικτατορίας στη Χιλή είναι τόσο ποιητικός όσο και αιχμηρός. Θα ήταν ωραία να το έβλεπες σε νησί στις Κυκλάδες, όπως έγινε στο φεστιβάλ του 2016.

The Flicker

Την ίδια χρονιά, το φεστιβάλ τίμησε τον μεγάλο πειραματικό Tony Conrad, λίγο μετά τον θάνατό του. Το The Flicker, η εμβληματική avant-garde ταινίες που έφτιαξε με την βοήθεια του επίσης προσφάτως εκλιπόντα Jonas Mekas, παραμένει μια ακραία εμπειρία ακόμα και μισό αιώνα μετά την δημιουργία του. Καλά θα ήταν να το βλέπαμε σε μεγάλη οθόνη.

A Page of Madness

Από μόνη της, η προβολή μιας ιαπωνικής βωβής ταινίας από το 2016 μπορεί να μην προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά το φεστιβάλ του 2017 ανέθεσε στον Yves Tumor, αξιότιμο εκπρόσωπο του σύγχρονου pop θορύβου, να γράψει την μουσική που θα συνόδευε την προβολή. Στην ίδια διοργάνωση έδωσε και μια ζωντανή περφόρμανς. Ωραίο ακούγεται γαμώτο.

Our Beloved Month of August / Rite of Spring

Σε ένα πορτογαλικό ντελίριο, το φεστιβάλ του 2018 προέβαλε τις δύο ταινίες των Miguel Gomes και Manoel de Oliveira αντίστοιχα. Στην πρώτη, μια αυγουστιάτικη εθνογραφία της σύγχρονης Πορτογαλίας από το 2008. Στην δεύτερη, μια μοντερνιστική εθνογραφία του βαθέως μυθικού παρελθόντος από το 1963. Εξόχως καλοκαιρινά πράγματα.

Nausicaa

H Agnes Varda μας άφησε πέρσι την άνοιξη, και το καλοκαίρι του 2019 το φεστιβάλ την τίμησε δεόντως με την προβολή του Nausicaa, της επισήμως ανολοκλήρωτης ελληνικής αντιδικτατορικής ταινίας της με συμπρωταγωνιστή τον Σταύρο Τορνέ. Εμμέσως απαγορευμένη από την χούντα, δεν προβλήθηκε ποτέ στην Ελλάδα της εποχής, αλλά παραμένει ισχυρή και αναγκαία σήμερα.

Space is the Place

Συμπαντικός σαμανισμός, διαγαλαξιακή ψυχεδέλεια, αρχή του κινηματογραφικού αφροφουτουρισμού. Γράφει και πρωταγωνιστεί ο Sun Ra, ο μεγάλος τζαζ μάγιστρος, και βλέπεται μάλλον ιδανικά κάτω από τον παραισθησιογόνο ντάλα ήλιο του Αιγαίου. Ελπίζουμε έτσι να έγινε πέρσι (αλλά δεν θα έγινε).

Best of internet