Quantcast

Στο Arctic υπάρχει μόνο ο Mads Mikkelsen εναντίον του παγωμένου τίποτα

Η πρώτη ταινία του Joe Penna είναι ένα σκληρό θρίλερ επιβίωσης, αλλά και κάτι περισσότερο

Δεν θα πω ψέματα: δεν τρελαίνομαι, γενικά, για ταινίες επιβίωσης. Νιώθω ότι τις περισσότερες φορές περιστέλλονται στις αφηγηματικές και αισθητικές συμβάσεις του είδους ή ότι περιορίζονται σε μια κινηματογραφική αλληγορία αρκετά επιφανειακή. Το αποτέλεσμα, βέβαια, δεν είναι ότι προκύπτουν ακριβώς κακές ταινίες. Πολλές φορές βλέπονται ιδιαιτέρως ευχάριστα μάλιστα. Αυτό που με ξενερώνει είναι ότι η αγωνία για την επιβίωση δεν έχει και κανένα ειδικό βάρος από πλευράς εικόνων, συναισθημάτων ή ιδεών. Αρκετές από αυτές τις ταινίες, λοιπόν, που παράγονται με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα την τελευταία δεκαετία, μοιάζουν απλώς να αποτελούν μια παραφουσκωμένη άσκηση αδρεναλίνης ή μια κινηματογραφική αντανάκλαση της όλο και πιο επισφαλούς επιβίωσης των ανθρώπων, συνολικά αλλά και ειδικά.

Έτσι, συνήθως, για να μου αρέσει μια τέτοια ταινία, θέλω να νιώθω ότι επιχειρεί τουλάχιστον να πιάσει κάτι που να ξεπερνάει το άθροισμα των μερών της ή τις συμβάσεις του genre. Βασικά, τώρα που το σκέφτομαι, κάθε ταινία επιβίωσης που μου έχει αρέσει αμφισβητούσε πράγματι αυτά τα όρια – σε έναν βαθμό τουλάχιστον. Για παράδειγμα, βρίσκω κάτι πολύ συναρπαστικό στην επιβίωση μέσα σε πυρηνικές συνθήκες, όπως αποτυπώθηκε μεταπολεμικά στο On the Beach ή το The War Game. Αντίστοιχα, με συνεπαίρνει η χρήση της παιδικής ηλικίας ως πεδίο επεξεργασίας της δυναμικής ανάμεσα στην αγριότητα και τον πολιτισμό, όπως επιχείρησαν το Lord of the Flies και το Walkabout. Τέλος, μου φαίνεται τρομερά ενδιαφέρουσα η πρόσληψη του αγώνα για επιβίωση ως παράλληλου αγώνα για εξουσιαστική επιβολή, όπως είδαμε στο Deliverance ή στο Quest for Fire.

Ε, γι’ αυτό, όσο να πεις, οι κάμποσες ταινίες επιβίωσης που έχουν βγει τα τελευταία χρόνια, με την συχνή χρήση του «βασισμένο-σε-αληθινή-ιστορία» ως τρικ εντυπωσιασμού ή συναισθηματικού εκβιασμού, δυσκολεύονταν να λειτουργήσουν έστω και στοιχειωδώς σε ένα καλλιτεχνικό επίπεδο που να έχει λίγο ενδιαφέρον ρε παιδί μου, κάτι που να ξεπερνάει την απορία για το τι θα γίνει μετά κι αν θα την βγάλουν καθαρή. Σ’ όλο αυτό, είχαμε πρόσφατα δύο αξιοσημείωτες εξαιρέσεις σε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Η πρώτη ήταν το Dunkirk του Christopher Nolan, όπου, κατά τον συνήθη τρόπο του, μεταχειρίστηκε τους χαρακτήρες του και το δράμα τους σαν απλά γρανάζια στην μεγαμηχανή της απο-ηθικοποιημένης επιβίωσης – με την πολεμική κατάσταση να προσφέρει ένα ιδανικό τερέν γι’ αυτήν την προσέγγιση. Η δεύτερη περίπτωση ήταν τηλεοπτική. Επρόκειτο για το παγωμένο The Terror, την καταπληκτική σειρά του David Kajganich (επίσης σεναριογράφου του περσινού Suspiria), το οποίο μας παράχωσε κάτω απ’ το δέρμα μια σχεδόν ανεπαίσθητη αλλά πολύ ισχυρή δόση ιστορικοφιλοσοφικού προβληματισμού πάνω στην επιβίωση, την ηθική και τον πολιτισμό. Και μια τρίτη αξιοσημείωτη περίπτωση, όχι τόσο εντυπωσιακή όσο οι προηγούμενες δύο βέβαια, είναι το Arctic του Joe Penna που κυκλοφόρησε αυτήν τη βδομάδα στις κινηματογραφικές αίθουσες.

Από πλευράς της ιστορίας που επιθυμεί να αφηγηθεί, το Arctic δεν μοιάζει να στοχεύει ιδιαίτερα στην ρητή αμφισβήτηση των συμβάσεων των παγωμένων θρίλερ επιβίωσης. Έχουμε το Mads Mikkelsen. Το αεροσκάφος του έχει συντριβεί στην Αρκτική. Είναι μόνος του μέσα κι ενάντια στο παγωμένο τίποτα. Αναγκάζεται να φτάσει στα άκρα για να επιβιώσει. Ναι, το Arctic δεν προσπαθεί να μας εκπλήξει, αλλά επίσης σίγουρα δεν θέλει να νιώσουμε ότι επαναπαυόμαστε σ’ αυτό που περιμένουμε να μας δώσει. Γιατί, αντί να αμφισβητήσει φωναχτά το ίδιο το είδος της, η ταινία επιχειρεί σιωπηλά να μετατοπίσει το δραματικό και ηθικό βάρος του: να απομακρυνθεί από την γεγονοτολογική αφήγηση της επιβίωσης και να πάει προς την ηθικοποίησή της – να αναπαραστήσει το ηθικό βάρος της ίδιας της επιβίωσης. Αποφεύγοντας εν πολλοίς την κλασική παγίδα του σαδιστικού βασανισμού των ηρώων για χάρη του θεατή, που ενδημεί σ’ αυτές τις ταινίες, το Arctic επιχειρεί να αποδείξει με ελάχιστα λόγια πως το ζητούμενο δεν είναι απλώς η επιβίωση, αλλά η επιβίωση με αξιοπρέπεια.

Φυσικά, όπως θα περίμενε κανείς, από τη μία πλευρά έχουμε έναν χαρισματικότατο (όπως πάντα) Mikkelsen να σηκώνει την ταινία πάνω του, κι απ’ την άλλη έχουμε το ίδιο το παγωμένο ισλανδικό τοπίο, την πολική έρημο του πραγματικού. Κατά έναν πολύ έξυπνο τρόπο, όμως, ο Joe Penna, στο ντεμπούτο του μάλιστα, δεν επιθετικοποιεί τη φύση ώστε να την αναδείξει σε προβλέψιμο villain του ήρωα. Αντίθετα, η παγωμένη φύση του Arctic επιδεικνύει μια κοσμική αδιαφορία, κοιτώντας τη (φυσική και μεταφυσική) δουλειά της, καθώς ο πρωταγωνιστής μπλέκεται στα πόδια της χωρίς να το θέλει ούτε εκείνος ούτε εκείνη. Μ’ αυτήν την έννοια, η Αρκτική του Arctic έχει μια παθητικότητα που είναι καλλιτεχνικά εξιταριστική άπαξ και υποπέσει στην αντίληψή σου. Στην επικράτεια του πάγου, η φύση βασιλεύει αλλά δεν κυβερνά – δεν επιχειρεί να κρίνει, να διευθύνει, να επιβραβεύσει ή να τιμωρήσει. Έτσι, η κατάλευκη φωτογραφία του Arctic αποκτά συχνά ένα διακριτικό φιλοσοφικό βάρος, ποντάροντας σε μια εμμενή συνύπαρξη βίας και γαλήνης που ενίοτε φέρνει στο νου τις πιο αγαπημένες στιγμές του υπαρξιακά φορτισμένου κινηματογραφικού χιονιού, από το On Dangerous Ground και τη Marketa Lazarova μέχρι το The Thing, το Fargo κι εσχάτως το Force Majeure.

Όπως και το All Is Lost με το Robert Redford πριν από μερικά χρόνια, το Arctic αποτινάζει ανακουφιστικά από πάνω του το βάρος του exposition, του backstory, του ποιος έκανε τι και πώς φτάσαμε εδώ που είμαστε κλπ. Σε αντίθεση με το All Is Lost όμως, όπου η έμφαση ήταν μάλλον στο υποκριτικό κασκαντεριλίκι του Redford, εδώ η κινητήριος δύναμη δεν είναι η ερμηνεία του Mikkelsen. Μην παρεξηγηθούμε, είναι υπέροχος φυσικά, αλλά αν κάτι σπρώχνει μπροστά το Arctic είναι περισσότερο η έμφαση στην ίδια τη βαθύτερη εσωτερική λογική της δράσης. Στο πώς, δηλαδή, η δράση της ταινίας αντλεί την έντασή της πρωτίστως από το ύφος, το ρυθμό και την οπτική γλώσσα κι όχι από τα ίδια τα γεγονότα της πλοκής (κατά τον τρόπο που δίδαξε το σπουδαίο Runaway Train, απάτητη action-thriller κορυφή μέχρι και σήμερα).

Το αποτέλεσμα, εν τέλει, είναι ένα πολύ καλοφτιαγμένο, σφιχτοδεμένο και συνεκτικό thriller με αυθεντική αγωνία και συναισθηματική ανταμοιβή. Αφήνοντας στην άκρη το παράπονο για την υπερβολικά παρούσα, έως και φορτική ή εκβιαστική, μουσική επένδυση που ενίοτε δεν αφήνει την ταινία και την σιωπή της να αναπνεύσει (σταθερό κινηματογραφικό ξενέρωμα), το Arctic καταφέρνει να γίνει μια κινηματογραφική εμπειρία που, αν μη τι άλλο, αξίζει να βιωθεί. Εν τέλει, ο θεματικός της πυρήνας, όντας αποσυνδεδεμένος από το κυριολεκτικό κείμενο της ταινίας, θέτει αληθινά ερωτήματα. Θα νικήσει η απομόνωση ή η ελπίδα; Θα επιλέξεις την ασφάλεια ή το ρίσκο; Θες να ζήσεις ή να πεθάνεις – και, κυρίως, πώς;

Best of internet