Quantcast

Το πρόβλημα με τις κλασικές κινηματογραφικές βιογραφίες του Hollywood, και πώς αντιμετωπίζεται

Μέσα από 10 εξαιρετικά παραδείγματα που το κατάφεραν περίφημα

Υπάρχει ένα πρόβλημα με τις βιογραφικές ταινίες του Χόλιγουντ, τα biopics, τα λιγότερο ή περισσότερο μεγαλεπήβολα βιογραφικά ιστορικά δράματα λιγότερο ή περισσότερο γνωστών ιστορικών προσώπων. Όχι ότι χρειάζεται να συμφωνήσετε σώνει και ντε μ’ αυτήν την διαπίστωση. Ίσως είναι απλά μια προσωπική αίσθηση, γιατί όχι, όλα στο παιχνίδι είναι. Να όμως, για παράδειγμα, τις προηγούμενες μέρες κυκλοφόρησε στις αίθουσες το First Man, η νέα ταινία του Damien Chazelle για τον Neil Armstrong, στην οποία συνεργάζεται για δεύτερη συνεχόμενη φορά με τον Ryan Gosling μετά το La La Land. Καθώς έβλεπα το First Man, λοιπόν, σκεφτόμουν το εξής. Είναι μια καλοφτιαγμένη, καλοστημένη, καλογυρισμένη ταινία με μπόλικη φιλοδοξία σε επίπεδο box office και βραβείων. Η ιστορία είναι γνωστή σ’ ολόκληρο τον πλανήτη, για κάποιο λόγο δεν είχε μεταφερθεί ακόμα στο σινεμά μέχρι τώρα , όλα τα στοιχεία έμοιαζαν να βρίσκονται στη θέση τους. Και πράγματι, η ταινία άρεσε πολύ στο κοινό, τα πηγαίνει αρκετά καλά στα εισιτήρια και κατά κύριο λόγο έχει αποσπάσει αποθεωτικές κριτικές.

Τι ήταν, όμως, αυτό που την έκανε να μοιάζει τόσο ψόφια, άνευρη και χειριστική στα μάτια μου – κι ίσως κι άλλων ανθρώπων; Είναι διάφορα πράγματα. Είναι ότι μοιάζει πολύ χλιαρή στην ανάπτυξη του συναισθηματικού κόσμου των ιστορικών του προσώπων. Είναι ότι δεν επεξεργάζεται καθόλου σε βάθος το ιστορικό της περιβάλλον, καταλήγοντας σε μια άκριτη αναπαραγωγή των κυρίαρχων mainstream αντιλήψεων για την εποχή. Είναι ότι αποπνέει μια προκάτ μεγαλοπρέπεια, ένα κατεψυγμένο πρεστίζ που, όσο ποντάρει στην ιστορική ακρίβεια, τόσο καταλήγει να απανθρωποποιεί τους χαρακτήρες, αφού δεν καταφέρνουν να αποτελέσουν κάτι παραπάνω από λέξεις σε ένα κείμενο. Είναι ότι καταλήγει να γίνεται μια “ταινία με μήνυμα” (sic), κι αυτό το μήνυμα μοιάζει κενά νοσταλγικό, συγκαλυμμένα συντηρητικό και, βασικά, αρκετά ανιαρό.

Όχι, δεν τα λέμε όλα αυτά για να κατηγορήσουμε το First Man σαν να είναι η χειρότερη ταινία της χρονιάς – γιατί δεν είναι. Από κάμποσες πλευρές, είναι συμπαθέστατη, Από κάμποσες άλλες, κάθε άλλο. Το ζήτημα εδώ είναι, όμως, ότι αυτή της η προσέγγιση μοιάζει να βρίσκεται στην καρδιά των περισσότερων prestigious βιογραφικών δραμάτων που παράγει το Χόλιγουντ. Κι όχι μόνο τα παράγει σε μεγάλη ποσότητα, αλλά τα επιβραβεύει κιόλας με το κιλό. Για παράδειγμα, από τις 90 ταινίες που έχουν κερδίσει Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, οι 17 ήταν βιογραφικές, ενώ αν το περιορίσουμε στα τελευταία 50 χρόνια, το ποσοστό φτάνει το 25%. Κι αν μετρήσουμε και τις υποψηφιότητες για καλύτερη ταινία, τότε ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος. Φέτος, 3 βιογραφικές-ιστορικές ταινίες ήταν υποψήφιες, πέρσι ξανά 3, ενώ το ’15 και το ’14 ήταν από 4.

Φυσικά, αυτό εν μέρει έχει να κάνει με τα εσωτερικά politics των Όσκαρ και της βιομηχανίας συνολικότερα, αλλά σίγουρα είναι κι ένας δείκτης για το πως βλέπει ο mainstream κινηματογράφος την βιογράφηση και την ιστορική καταγραφή. Ας πούμε, πέρσι το Darkest Hour και το The Post έκαναν σκληρό Oscar-baiting (όπως έκαναν τα προηγούμενα χρόνια και ταινίες σαν το Lincoln, το Theory of Everything, το Hacksaw Ridge, το Captain Philips, το American Sniper, το Argo κ.ά), όμως το πρόβλημα δεν είναι τα βραβεία. Σε έναν βαθμό, όλες αυτές οι παραγωγές μοιάζουν αρκετά μεταξύ τους ως το πώς προσεγγίζουν το θέμα τους και την κινηματογράφησή του. Ξεκινάνε συνήθως από μια αρκετά safe βάση οικειότητας με το πρόσωπο ή “επικαιρότητας” στο σήμερα. Από μια τέτοια εύκολη εκκίνηση, συνήθως μη-αμφιλεγόμενη, συχνότατα προχωράνε και σε μια εξίσου safe κινηματογραφική αισθητική, η οποία μοιάζει αλλεργική σε κάθε είδος φαντασίας ή καινοτομίας – ή έστω ένα παιχνίδισμα με το στυλ ρε παιδί μου. Όχι, το ύφος κυμαίνεται σταθερά ανάμεσα στο βλοσυρό και το μελοδραματικό, σαν να μην υπάρχει άλλο διαθέσιμο tone.

Για να πάρουμε μια ενδεικτική τζούρα του πόσο εξωφρενικά συνηθισμένο είναι αυτό το πράγμα στην κινηματογραφική βιομηχανία, ας ρίξουμε μια ματιά στα biopics που ετοιμάζονται για το υπόλοιπο 2018 και το 2019. Έχουμε το At Eternity’s Gate για τον Van Gogh, έχουμε το Bohemian Rhapsody για τον Freddie Mercury, έχουμε το Vice για τον Dick Cheney (…), έχουμε το Stan and Ollie για τους Laurel and Hardy, έχουμε το Rocketman για τον Elton John, έχουμε μια ταινία για την Lucille Ball, μια για τον Ronald Reagan, μία για τον Leonardo da Vinci, μία για την Lizzie Borden, μία για τον Mr. Rogers, μία για τον J.R.R Tolkien, μία για τον Biggie και τον Tupac, και μία για τον Al Capone. Κι αναφέραμε μόνο αυτές που έχουν διάσημες προσωπικότητες στο επίκεντρο τους. Συνολικά είναι πολλέεες περισσότερες, πιστέψτε μας (ή γκουγκλάρετε).

Τις περισσότερες φορές, τέτοιες ταινίες (με διακυμάνσεις στην ποιότητά τους, φυσικά) ποντάρουν τα μάλα στις ερμηνείες των πρωταγωνιστών τους. Κι ΟΚ, ο Gosling δεν είναι κι η πιο αβανταδόρικη επιλογή αν θες να έχει μια αρκούντως πλούσια δραματική και συναισθηματική γκάμα ο χαρακτήρας, αλλά κανείς δε μπορεί να αρνηθεί ότι ο Daniel Day-Lewis στο Lincoln, o Sean Penn στο Milk, ο Jamie Foxx στο Ray ή ο Philip Seymour Hoffman στο Capote ήταν καταπληκτικοί. Αντίστοιχα όμως, ακόμα κι αν μας αρέσουν κάποιες από αυτές τις ταινίες, δύσκολα μπορούμε να αρνηθούμε ότι υπάρχουν προβλήματα. Ότι υπάρχει, για παράδειγμα, ένα ιστορικό φόντο που χρησιμοποιείται ακριβώς σαν απλό φόντο, με λίγη έως ελάχιστη ιστορική επεξεργασία. Ότι υπάρχει μεν στενό focus στην προσωπικότητα, αλλά λίγες φορές μοιάζει να εμφανίζεται αυθεντικό ψυχικό και συναισθηματικό βάθος. Και, εν τέλει, ακόμα πιο σπάνια εμφανίζεται κι αυτός ο ευτυχής συνδυασμός ανθρώπου και ιστορίας με τη μορφή του ξεψαχνίσματος της σχέσης ανάμεσα στις ιστορικές δυνάμεις και τις ιστορικές προσωπικότητες.

Το αποτέλεσμα, για να πούμε την αλήθεια, είναι συχνά να κοιτάω με μια καχυποψία τα biopics, ίσως αδικώντας και μερικά, αφού όλα τα παραπάνω τείνουν να οδηγούν στην άκριτη αναπαραγωγή βεβαιοτήτων και κοινοτοπιών, στους συναισθηματικούς εκβιασμούς, στο στρογγύλεμα των γωνιών, στις αγιογραφίες ή τις μυθοποιήσεις, στην άνευρη αφήγηση που απλά παραθέτει συμβάντα χωρίς δραματικό κέντρο βάρους. Φυσικά, για να συμβεί το αντίθετο υπάρχουν σοβαρές απαιτήσεις και προϋποθέσεις – αποδεικνύοντας πως το βιογραφικό σινεμά είναι στην πραγματικότητα δύσκολο, αλλά μπορεί να προσφέρει και τεράστια κινηματογραφική επιβράβευση αν γίνει με καινοτόμο ή ουσιαστικό τρόπο. Γι’ αυτό, λοιπόν, μαζέψαμε 10 παραδείγματα τέτοιων ταινιών, συζητώντας εν συντομία πώς σχετίζονται με την ίδια την αντίληψη περί κινηματογραφικής βιογράφησης. Δεν είναι ντε και καλά οι 10 καλύτερες βιογραφικές ταινίες. Αν ήταν, πιθανώς να το είχαμε δηλώσει στον τίτλο του άρθρου. Είναι όμως, για μας τουλάχιστον, σημεία αναφοράς για τις δυνατότητες του βιογραφικού κινηματογράφου.

Malcolm X (Spike Lee, 1992)

Τι έκανε: Εδώ ο Spike Lee κατάφερε μάλλον την καλύτερη ισορροπία ανάμεσα σ’ αυτά που περιγράψαμε παραπάνω, δηλαδή την εις βάθος επεξεργασία της σχέσης ανάμεσα στις ιστορικές δυνάμεις και τις ιστορικές προσωπικότητες, συνδυάζοντάς το μάλιστα με μια πολύ αιχμηρή ιστορικο-πολιτική κριτική και με πρόσδεση σε μια συγκεκριμένη κουλτούρα μαύρης καλλιτεχνικής έκφρασης. Στο πιο μακρινό παρελθόν, είναι μια προσέγγιση μελέτης ιστορίας και χαρακτήρα που δούλεψε επίσης πολύ αποτελεσματικά σε ταινίες σαν το Lawrence of Arabia ή το Patton.

Bonnie and Clyde (Arthur Penn, 1967)

Τι έκανε: Η κλασική πια ταινία του Arthur Penn πέτυχε μια πολύ εύστοχη ιστορική και πολιτισμική μεταφορά, για τη δύναμη της κοινωνικής μυθολογίας σε διαφορετικές συνθήκες. Με μια ρεβιζιονιστική ιστορική ματιά (που χρησιμοποίησαν κι άλλες ταινίες που μίλησαν στα 60s και 70s την γλώσσα του western ή της μεγάλης ύφεσης), κατάφερε να αγγίξει την σύγχρονη αντι-κουλτούρα της εποχής της και να αποτελέσει κινηματογραφικό σύμβολο.

Mishima (Paul Schrader, 1985)

Τι έκανε: Έκανε πολλά. Κυρίως, το αριστούργημα του Schrader κατάφερε να φτιάξει μια βιογραφική ταινία που επικοινωνεί με το βαθύ περιεχόμενο της τέχνης και της ζωής του χαρακτήρα της. Δραματοποιώντας κομμάτια των βιβλίων του Mishima και μπερδεύοντάς τα καλειδοσκοπικά με επεισόδια της ζωής του, η ταινία καταλήγει ένα εξαιρετικό παράδειγμα βαθιά πειραματικού και ταυτόχρονα προσβάσιμου σινεμά.

Ivan the Terrible (Sergei Eisenstein, 1944)

Τι έκανε: Ουσιαστικά,  o Eisenstein εγκαινίασε την πραγματικά ιστορική προσέγγιση του βιογραφικού σινεμά, εξετάζοντας την βαθιά πολιτική και διαλεκτική σχέση μεταξύ ιστορίας και χαρακτήρα. Είναι η βιογραφία σαν ιστορική σκέψη σε κίνηση, όπως το είδαμε αργότερα και σε άλλα βιογραφικά αριστουργήματα με διαφορετικές πολιτικές αντιλήψεις, σαν το Aguirre ή το Andrei Rublev. Επίσης, ακόμα και σήμερα παραμένει ένα από τα πιο επιβλητικά και επικά πράματα που έχουν συμβεί ποτέ στο σινεμά.

F for Fake (Orson Welles, 1973)

Τι έκανε: Ο Welles είχε ξαναπαίξει στο παρελθόν με τη σχέση ανάμεσα στο αυθεντικό και το πλαστό, στην αλήθεια και την αφήγηση, αλλά εδώ το τερμάτισε. Εδώ ξεκινάει από την βιογραφία του πλαστογράφου έργων τέχνης Elmyr de Hory και καταλήγει σε ένα σατιρικό-δοκιμιακό docudrama για τη σχέση αυθεντικότητας και ψεύδους στο έργο τέχνης. Αντίστοιχα, αλλά καθόλου τσαχπίνικα, ο Peter Watkins χρησιμοποίησε υπέροχα το docudrama στυλ για την βιογραφία του ζωγράφου Edvard Munch.

Caravaggio (Derek Jarman, 1986)

Τι έκανε: Εδώ ο Jarman είπε να παίξει με την φύση του σινεμά και της αναπαράσταση, με τα όρια της ίδιας της τέχνης του, χρησιμοποιώντας την βιογράφηση του Caravaggio ως αφορμή για τη σύζευξη σινεμά και ζωγραφικής, πραγματικότητας και φαντασίας. Και σαν να μην έφτανε αυτό, λίγα χρόνια αργότερα το έκανε ξανά στο Wittgenstein με το σινεμά και την φιλοσοφία, αμφότερα με μια απίστευτη Tilda Swinton σε πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Ed Wood (Tim Burton, 1994)

Τι έκανε: Στην καλύτερη ταινία του (ναι), ο Tim Burton χρησιμοποίησε την ζωή του Ed Wood για να αναδείξει την πλούσια ιστορία και ζωή του αυτού που θεωρούταν παρακινηματογράφος, εστιάζοντας στον δημιουργό που χαρακτηρίστηκε επανειλημμένα Χειρότερος Σκηνοθέτης Έβερ λόγω των υπερβολικά low-budget, cult και camp ταινιών του. Ουσιαστικά, μιλάμε για μια διαδικασία επανανακάλυψης του περιθωριακού σινεμά και του κρυμμένου του πλούτου, όπως προσπάθησε να κάνει και το The Disaster Artist φέτος.

The Gospel According to Matthew (Pier Paolo Pasolini, 1964)

Τι έκανε: ΟΚ, ο Χριστούλης μάλλον είναι ο πρωταθλητής στις κινηματογραφικές βιογραφίες, αλλά καμία δεν μοιάζει με του Pasolini. Φυσικά, έχουν υπάρξει αιρετικές αναπαραστάσεις του (ουκ ολίγες), αλλά καμία δεν είχε το ιστορικό βάρος της ταινίας του ’64. Ουσιαστικά, υιοθετώντας μια σειρά από τεχνικές του νεορεαλισμού, με βασική την επιλογή μη-επαγγελματιών ηθοποιών στο καστ, ο Pasolini έφτιαξε μια συγκρουσιακή ιστορική αφήγηση με τον Χριστό ως πρωτο-μαρξιστική προσωπικότητα μέσα σε ένα εκλεκτικιστικό αισθητικό περιβάλλον που ξεκινάει από την αναγεννησιακή ζωγραφική και το cinema verite και φτάνει μέχρι τον Bach και τα αμερικάνικα blues.

The Color of Pomegranates (Sergei Parajanov, 1969)

Τι έκανε: Ο σοβιετικός σκηνοθέτης Sergei Parajanov πήρε δύο γενναίες επιλογές πίσω στο 1969. Πρώτον, να γυρίσει μια βιογραφία του Αρμένιου ασίκη Sayat Nova ως μύθου της λαϊκής κουλτούρας κόντρα στην κρατική λογοκρισία. Δεύτερον, να αφηγηθεί την ζωή του μουσικού και ποιητή με τρόπο μουσικό και ποιητικό, όχι κυριολεκτικό. Μέχρι και σήμερα, ελάχιστα πράγματα στην ιστορία του σινεμά συγκρίνονται σε ομορφιά με την ταινία, εμπνέοντας καλλιτέχνες από τους Χειμερινούς Κολυμβητές μέχρι τον Nicolas Jaar.

The Straight Story (David Lynch, 1999)

Τι έκανε: Φυσικά, υπάρχουν βιογραφικές ταινίες για ανθρώπους που μεμονωμένα και εκ πρώτης όψεως δεν μοιάζουν τρομερά σημαντικοί για την ιστορία, την κουλτούρα ή την κοινωνική ζωή ενός τόπου ή μιας εποχής. Όμως, στα σωστά χέρια των κατάλληλων δημιουργών, μπορούν να γίνουν καθολικές ιστορίες που αποπνέουν ένα πραγματικό ιστορικό μεγαλείο, αντιπροσωπεύοντας τον τόπο ή την εποχή τους σε ένα βαθύτερο επίπεδο. Απ’ αυτόν τον δραματικό πλούτο της κοινωνικής εμπειρίας άντλησε ο David Lynch για να γυρίσει το The Straight Story, όπως είχε κάνει και σχεδόν 20 χρόνια νωρίτερα με το Elephant Man – όπως έκανε επίσης ένας Sidney Lumet με το Dog Day Afternoon ή ένας Jim Sheridan με τα ιρλανδικά του δράματα.

Best of internet