Quantcast

Είναι δύσκολο πράγμα να είσαι το Deadpool 2

Η ειρωνική πρόκληση είναι ένα πιάτο που δεν τρώγεται εύκολα ξαναζεσταμένο

Ας μιλήσουμε με ειλικρίνεια. Η πρώτη ταινία Deadpool μου άρεσε πολύ. Ο λόγος που μου άρεσε πολύ είναι γιατί μου αρέσει να γελάω σαν χαζός. Το ξέρω ότι μπορεί να είναι χαζό, αλλά αφενός είναι η αλήθεια και αφετέρου είναι μια ανθρώπινη ανάγκη. Αυτό είναι ένα σημαντικό τμήμα της εξίσωσης, αλλά δεν είναι και ιδιαίτερα αποκαλυπτικό. Ναι μεν το Deadpool άρεσε σε πολύ κόσμο, αλλά γι’ αυτό δεν ευθυνόταν μόνο ότι αθροίστηκαν οι υποκειμενικές αισθήσεις του χιούμορ και την ανέδειξαν σε μια υπερβολικά αστεία ταινία. Κυρίως επειδή, ας το δεχτούμε με ψυχραιμία, μπορεί σε κάποιον να μην άρεσε το χιούμορ του Deadpool – κι αυτό είναι ΟΚ.

Από την μία πλευρά, η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο έλλειμμα στην κινηματογραφική κωμωδία. Σε αντίθεση με την σύγχρονη αμερικάνικη τηλεοπτική εκδοχή της κωμικής σειράς που είναι στα πάνω της με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, δεν είναι και τόσο συχνό να γελάς πολύ στο σινεμά – εκτός κι αν είσαι πρόθυμος να γελάς συνεχώς με ηλίθια αστεία. Οπότε, μ’ αυτήν την έννοια, μια μεγάλη επιτυχία του Deadpool ήταν αυτή: έκανε πολύ κόσμο να γελάσει, με ηλίθια και μη αστεία. Από την άλλη πλευρά, όμως, ο πυρήνας του κινηματογραφικού χιούμορ του Deadpool δεν ήταν απλώς η καφρίλα, η ανωριμότητα και οι λοιπές διακριτικές χαριτωμενιές. Αυτό ήταν ο αφρός, αν θέλετε. Από κάτω, στην καρδιά του Deadpoolικού χιούμορ, βρισκόταν το ίδιο το genre των superhero ταινιών: οι συμβάσεις του, οι σταθερές του, τα στερεότυπά του, τα μοτίβα του, τα κλισέ του. Εκεί ήταν που το Deadpool πέτυχε περισσότερο: στο να παρέμβει στην χολιγουντιανή συγκυρία των superhero franchises, τα οποία παραπέμπουν ατελείωτα το ένα στο άλλο και θα συνεχίζονται αιώνια, με έναν στοιχειωδώς πρωτότυπο και αυθεντικό τρόπο. Ο τρόπος αυτός ήταν, φυσικά, η αυτο-αναφορική ειρωνεία.

Βέβαια, το Deadpool δεν ήταν η μόνη ταινία που προσπάθησε να αναμετρηθεί, κωμικά έστω, με τον χαρακτήρα και το μέλλον του superhero κινηματογράφου. Όταν πέρυσι, τέτοια εποχή περίπου, γράφαμε για τον απόηχο του Logan στο υπερηρωικό σινεμά, αναφέραμε τα εξής: «Κατά μία έννοια, το Logan αποτελεί την άλλη όψη του νομίσματος Deadpool. Ενώ όμως το Deadpool έδινε έμφαση στην παιχνιδίζουσα, self-aware και ειρωνική μεταστροφή των σταθερών μιας superhero ταινίας, το Logan του Mangold προσπάθησε να θέσει τα ίδια ζητήματα μέσα σε μια ώριμη και ενήλικη αφηγηματική ροή. Ήδη εμφανίζονται όλο και περισσότερες τέτοιες ταινίες που πειραματίζονται, λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένα, με το θέμα του genre, της ευθύνης και των συνεπειών, των σύγχρονων κοινωνικών προβλημάτων, και εν γένει του χαρακτήρα μιας superhero ταινίας. Είτε άρεσε το Logan είτε όχι, αυτά τα ζητήματα θα καλείται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό να τα απαντάει κάθε μελλοντική υπερ-ηρωική ταινία (και αναμένονται ήδη άλλες 4 μέσα στη χρονιά) – ειδικά αν θέλει να αποτελέσει κάτι περισσότερο από μια μεγαμηχανή παραγωγής κέρδους».

Ναι, στο μεταξύ τα ερωτήματα αυτά άρχισαν να απαντιούνται όλο και περισσότερο. Και μέχρι στιγμής οι πιο ικανοποιητικές απαντήσεις που έχουμε λάβει έρχονται από το στρατόπεδο του Marvel Cinematic Universe, με τα Guardians of the Galaxy Vol.2, Thor: Ragnarok, Black Panther και Avengers: Infinity War να αποτελούν όλο και πιο πετυχημένες απόπειρες από πλευράς της Marvel-Disney να αναμετρηθεί με το προς τα πού πρέπει να πάει αυτό το είδος μαζικού σινεμά. Αναφέρουμε όλα αυτά τα πράγματα, βέβαια, για να τονίσουμε ότι μέσα στα δύο χρόνια από το Deadpool μέχρι το Deadpool 2 έχουν συμβεί πολλά πράγματα στον superhero κινηματογράφου. Και ναι, καλώς ή κακώς, τείνει πλέον να γίνει πιο ώριμος – χωρίς σε γενικές γραμμές να υστερεί σε αγνή μαζικο-λαϊκή διασκέδαση.

Με λίγα λόγια, οι προσδοκίες από το Deadpool 2 ήταν μεγάλες και χωρίζονταν σε δύο είδη. Αν περιμένατε από το sequel να υπερθεματίσει πάνω στα μεμονωμένα αστεία με ρυθμό πολυβόλου και να γίνει πιο κάφρικο, πιο βίαιο, πιο ακραίο στις λέξεις και τις εικόνες του, καλώς. Μάλλον θα μείνετε ικανοποιημένοι και με το παραπάνω από το Deadpool 2. Αν, όμως περιμένατε να στοχεύσει και στην περαιτέρω ειρωνική αποδόμηση του superhero genre ώστε να δώσει νέο αέρα και ώθηση στο είδος, τότε το πράγμα δυσκολεύει. Κι η αλήθεια είναι ότι η καμπάνια διαφήμισης για την ταινία όλους αυτούς τους μήνες ήταν τόσο πληθωρική, χαοτική, ασυνάρτητη και πανταχού παρούσα που ήταν πλέον δύσκολο να ξέρεις τι ακριβώς πρέπει να αναμένεις, ακόμα κι αν ξέρεις τι είναι αυτό που θέλεις.

Η αναμονή, λοιπόν, τελειώνει κι αυτήν τη βδομάδα το Deadpool 2 κυκλοφορεί στις αίθουσες, με τους Rhett Reese και Paul Wemick να υπογράφουν ξανά το σενάριο, τον David Leitch να αντικαθιστά τον Tim Miller στην σκηνοθεσία, τους Josh Brolin και Zazie Beetz να εμφανίζονται για πρώτη φορά ως Cable και Domino, και φυσικά τον Ryan Reynolds σε all-around ρόλο ως πρωταγωνιστής, συν-σεναριογράφος, παραγωγός και βασικός διαφημιστής της ταινίας. Το βασικό setting της ταινίας είναι αρκετά απλό: ο υπερήρωας αποκτάει ένα τραυματικό βίωμα, αναγκάζεται να παλέψει με τους δαίμονές του, βλέπει έναν παρεξηγημένο άνθρωπο να μετατρέπεται σε supervillain, προσπαθεί να σχηματίσει μια ομάδα υπερηρώων για να αντιμετωπίσει την απειλή.

Αν όλα αυτά σας ακούγονται υπερβολικά οικεία, συγχαρητήρια, εντοπίσατε κι εσείς το βασικό πρόβλημα του Deadpool 2. Δεν είναι ότι τα αστεία είναι κακά – πάντα κάποια είναι και κάποια όχι. Δεν είναι ότι το παρακάνει με την καφρίλα και τη βία – όσο να πεις, είσαι προετοιμασμένος πηγαίνοντας σε μια τέτοια ταινία. Δεν είναι ότι τα references και τα easter eggs είναι υπερβολικά πολλά – πρόκειται για κάτι που είναι εντελώς μέσα στον χαρακτήρα του Deadpool. Το βασικό πρόβλημα του Deadpool 2 είναι πως, κάτω από τις πολλές στρώσεις χιούμορ και δράσεις, είναι μια υπερβολικά συμβατική, συνηθισμένη, στερεοτυπική superhero ταινία, απ’ αυτές που θεωρητικά θα έπρεπε να αποτελούν την αφορμή για το ειρωνικό ξεσάλωμα του ίδιου του Deadpool. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι η πρώτη ταινία ήταν καινοτόμα από πλευράς γραφής και πλοκής. Ίσα-ίσα όμως, ήταν τόσο απενοχοποιημένα απελευθερωμένη από την ανάγκη να φτιάξει μια πρωτότυπη superhero ιστορία που τα έδωσε όλα στο ύφος. Κατά μία έννοια δηλαδή, ήταν για τις superhero ταινίες ό,τι ήταν κι ο John Wick τα τελευταία χρόνια για τα action thrillers: μια ανανέωση χωρίς άγχος για πρωτοτυπία.

Θέλοντας να αποφύγουμε τα spoilers σ’ αυτό εδώ το κείμενο, θα αρκεστούμε στο να επισημάνουμε μερικά πράγματα για τους τρόπους με τους οποίους το Deadpool 2 αποτελεί ουσιαστικά ένα βήμα πίσω για τo superhero σινεμά όπως έχει εξελιχθεί μέσα στα τελευταία χρόνια. Όταν χτίζεις την ταινία σου πάνω σε ένα πανάρχαιο και ξεθυμασμένο στερεότυπο που λέγεται women in refrigerators, ρίχνεις τον Deadpool σε έναν φτηνό συναισθηματισμό, δομείς μια εντελώς προβλέψιμη ιστορία με ένα παιδί που αγγίζει την ψυχή του ήρωα, εισάγεις μια σειρά από νέους χαρακτήρες χωρίς ίχνος πραγματικού ενδιαφέροντος ή ζωντάνιας πέρα από την εκπλήρωση του προορισμού να αποτελέσουν μια νέα superhero ομάδα που θα κουβαλήσει στις πλάτες της ένα μελλοντικό franchise, ε τότε είναι μάλλον υπερβολικό να αναμένεις να θαφτούν όλα αυτά από την αίσθηση βεβήλωσης που προσπαθεί να μας πείσει η ταινία ότι κατέχει.

Εν τέλει, το Deadpool 2 υποφέρει από μια κλασική παιδική αρρώστια των blockbuster franchises: «πάμε να το κάνουμε πιο σκοτεινό στο δεύτερο μέρος». Αυτή η φιλοδοξία, έχοντας φυσικά ως αρχέτυπο το The Empire Strikes Back, συνήθως καταλήγει στην προσπάθεια για κάτι βαρύγδουπο ή τραγικό με ηθικό βάρος, χρησιμοποιώντας εν τω μεταξύ τα πιο τετριμμένα και φτηνά μέσα για να το πετύχει. Κι αυτό είναι το μόνο πράγμα που αποφεύγει να αποδομήσει το Deadpool 2, ακριβώς επειδή γνωρίζει ότι πέφτει θύμα του. Τι θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά; Αν οι δημιουργοί του δεν ήταν πρόθυμοι να μας προσφέρουν μια πραγματικά αιφνιδιαστική εκδοχή του πιο Deadpool μπορεί να γίνει μια superhero ταινία, ας μας έδιναν τουλάχιστον το στοιχειώδες. Μια μεταμοντέρνα και ειρωνική υπερηρωική buddy κωμωδία δράσης με τον Deadpool και τον Cable. Αντ’ αυτού, αν είχαμε τελικά έναν άξιο συνεχιστή της παράδοσης που εγκαινίασε το πρώτο Deadpool, τότε αυτός ήταν μάλλον ο Taika Waititi με το Thor: Ragnarok. Στο μεταξύ, αν το franchise του Deadpool και του X-Force κινδυνεύει από κάτι στο μέλλον, δεν είναι τόσο η Disney και η απώλεια του R-rating (όπως θέλει η αντίστοιχη κινδυνολογία) όσο τα ίδια τα βαρίδια που κουβαλάει μαζί του ο superhero κινηματογράφος.

Best of internet